αντιδογματικός

αντιδογματικός
-ή, -ό
αυτός που είναι αντίθετος στα αποδεκτά δόγματα: Οι περισσότεροι νέοι σήμερα είναι αντιδογματικοί.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αντιδογματικός — ή, ό 1. ο αντίθετος με τα δόγματα 2. αυτός που δεν δογματίζει, που αποφεύγει τις αναιτιολόγητες διακηρύξεις ή γνώμες …   Dictionary of Greek

  • Βέικος, Θεόφιλος — (Βελβεντό Κοζάνης 1936 – Αθήνα 1995). Καθηγητής φιλοσοφίας. Μέσα από τα κείμενα και τη διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου κατείχε την έδρα της φιλοσοφίας, ο Β. ανέδειξε τη διαλεκτική, την κριτική και μια εναντίωση στον δογματισμό, με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”